Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Ο πρίγκιπας και η μάγισσα









Μία φορά και ένα καιρό, ο βασιλιάς της Παραμυθούπολης, Πολύβιος ήταν βαριά άρρωστο. Ο γιος του, Κλέων, δεν ήξερε τι να κάνει για να βοηθήσει τον πατέρα του να γίνει καλά. Ήταν πολύ στεναχωρημένος. Δεν άντεχε να βλέπει τον πατέρα του να υποφέρει. Μία μέρα, η Άννα, η υπηρέτρια που τον φρόντιζε από μωρό, συμβούλεψε τον νεαρό πρίγκιπα να ταξιδέψει μακριά και να φέρει στον βασιλιά να πιεί νερό από το μαγικό πηγάδι των ονείρων. Τότε θα γινόταν καλά ο πατέρας του.
Ο Κλέων, όμως θα έπρεπε πρώτα να διασχίσει την Χώρα των Εφιαλτών και να καταφέρει να μείνει ξύπνιος. Όποιος διαβάτης  αποκοιμόταν σε αυτή την χώρα, έπεφτε σε βαθύ λήθαργο και τον βασάνιζαν αιώνιοι φριχτοί εφιάλτες. Δεν ξυπνούσε ποτέ. Πολλοί, ωστόσο, προσπάθησαν να περάσουν την Χώρα των Εφιαλτών για να φτάσουν μέχρι το πηγάδι των ονείρων. Όποιος έπινε νερό από αυτό το πηγάδι, πραγματοποιούσε ό,τι ονειρευόταν. Ελάχιστοι έφταναν στο πηγάδι μα πέθαιναν από την κακιά μάγισσα Κλεονίκη που το προστάτευε.
 Ο Κλέων έπρεπε με κάποιο τρόπο να ξεγελάσει την Κλεονίκη, ώστε να καταφέρει να πάρει κάποιες σταγόνες μαγικού νερού. Ο πρίγκιπας ήθελε πολύ να κάνει υπερήφανο τον πατέρα του και αποφάσισε να ξεκινήσει αυτό το ταξίδι. Πριν να φύγει, η Άννα του έδωσε ένα δαχτυλίδι και ένα καθρέφτη. Εξήγησε στον πρίγκιπα πως το δαχτυλίδι θα τον κρατούσε ξύπνιο καθώς διέσχιζε την Χώρα των Εφιαλτών και ο καθρέφτης θα τον βοηθούσε με την μάγισσα.
Ο πρίγκιπας φορώντας το μαγικό δαχτυλίδι κατάφερε εύκολα να περάσει από την επικίνδυνη χώρα και έφτασε στο πηγάδι. Όταν αντίκρισε την Κλεονίκη μαγεύτηκε από την ομορφιά της. Τα μαλλιά της, ξανθιές μπούκλες, έφταναν μέχρι τον ώμο. Τα μάτια της, είχαν το χρώμα της θάλασσας. Έμοιαζε με θεά του Ολύμπου και όχι με κακιά μάγισσα. Την ερωτεύτηκε παράφορα. Έπρεπε όμως να πάρει το νερό και να φύγει αμέσως.
Όταν τον αντιλήφθηκε η μάγισσα Κλεονίκη, προσπάθησε να του κάνει κακό. Ο Κλέων, αμέσως, της πέταξε το καθρέφτη που του είχε δώσει η κουβερνάντα του, Άννα. Η μάγισσα, τότε, άρχισε να παρατηρεί τον εαυτό της στον μαγικό καθρέφτη, αγνοώντας τον Κλέοντα. Έτσι, εκείνος εύκολα πήρε το νερό που χρειαζόταν και επέστρεψε στη Παραμυθούπολη.
Ο βασιλιάς Πολύβιος ήπιε λίγες γουλιές από το μαγικό νερό και έγινε καλά. Έκαναν μεγάλη δεξίωση στο παλάτι για να γιορτάσουν, μα ο πρίγκιπας έμοιαζε στεναχωρημένος. Όταν ρωτήθηκε από τον πατέρα του που οφειλόταν η άσχημη διάθεσή του, απάντησε πως σκεφτόταν την μάγισσα Κλεονίκη και πόσο θα επιθυμούσε να έφευγε από μέσα της η κακία για να την παντρευόταν.
Τότε, ο βασιλιάς σαν δώρο ευγνωμοσύνης έδωσε στον γιο του ένα δαχτυλίδι με γαλάζια πέτρα. Αυτό το δαχτυλίδι μπορούσε να μετατρέψει την καλοσύνη σε κακία και το αντίστροφο. Όμως για να γίνει καλή η Κλεονίκη, θα έπρεπε να χάσει την καλοσύνη του ένα άλλο άτομο. Αυτό που θα φορούσε το δαχτυλίδι. Ο βασιλιάς άφησε τον γιο του να αποφασίσει σε ποιον θα έδινε να φορέσει το δαχτυλίδι.
Ο Κλέων, έδωσε το δαχτυλίδι στη κουβερνάντα του, Άννα. Εκείνη, αμέσως έγινε κακιά και έφυγε από το παλάτι.  Αργότερα, η Κλεονίκη, γεμάτη καλοσύνη έφτασε στη Παραμυθούπολη, συναντήθηκε με τον πρίγκιπα, παντρεύτηκαν και έζησαν ευτυχισμένοι μαζί. 
Μαίρη Κάντα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου