Καθόταν στο γιορτινό, γεμάτο συγγενείς τραπέζι, κι ένιωθε
μοναξιά. Πολλή μοναξιά.
Θυμήθηκε ‘ κείνη την Πρωτοχρονιά του ‘ 73, την πρώτη
Πρωτοχρονιά του στο Λονδίνο, ως φοιτητής σ’ ένα Οικονομικό Κολλέγιο.
Θυμήθηκε που η αλλαγή του χρόνου τον βρήκε σε’ κείνη τη
γειτονιά, που οι άνθρωποί της ήταν τόσο λίγοι, τόσο φτωχοί, μα, ταυτόχρονα,
τόσο ζεστοί και πλήρεις αισθημάτων…
Τόσο ζεστοί, παρ’ όλο το κρύο, παρ’ όλη την παγωνιά…
Σε’ κείνη τη γειτονιά είχε ξεμείνει, κι είχε πιει τόσο
ουίσκι…
Σε’ κείνη τη γειτονιά είχε
ξεμείνει άγνωστος μεταξύ αγνώστων, μόνος ανάμεσα σε μόνους…! Μα, εκείνη η
μοναξιά έμοιαζε διαφορετική…!
Όχι, όχι!
Η μοναξιά ίδια είναι, παντού
και πάντα… Απαράλλακτη, « νῦν και ἀεὶ!».
Μα τη μοναξιά αξίζει να τη
μοιράζεσαι. Να τη μοιράζεσαι με γλυκά χαμόγελα. Χαμόγελα από ‘ κείνα τα πλατιά,
από’ κείνα που σε κερνάνε τα κορίτσια στους δρόμους! Εκείνα τα κορίτσια που
τραγουδάνε…! Τραγουδάνε… Χορεύουν… Χορεύουν κι ανεμίζουν τα φουστάνια τους…!
Ένα τέτοιο κορίτσι γνώρισε κι αυτός, που όλο χόρευε… Και χόρευε… Και χόρευε…!
Και τραγουδούσε… Θεέ μου, πόσο γλυκά, πόσο μελωδικά τραγουδούσε!
Μαζί με το χαμόγελο, τον
κέρασε έτσι γλυκά κι αναπάντεχα, το φιλί της… Και χόρευε, η ψυχή της πια, ακόμα
μια στροφή, μες στο μυαλό του κι έφτανε το τραγούδι της στ’ αυτιά του…
Μελωδικό, όπως πάντα! Κι έμεινε το χαμόγελό της, το «κέρασμα», να γυρίζει στο
ποτήρι και τη σκέψη του…
Σήκωσε το ποτήρι με το
κόκκινο κρασί αργά, κι είπε δυνατά :
« Ένα ακόμα χαμόγελο για το
2007!».
Μαρία
Σχίζα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου